Ο Παντελής Βούλγαρης, η Λιάνα Κανέλη, ο ποιητής Νίκος Μοσχοβάκος και η νέα συγγραφέας Μαρία Πετρίτση για το Βιβλίο του Αντώνη Κακαρά
Παντελής Βούλγαρης για το βιβλίο του Κακαρά Η λίστα του Τσαγκάρη
Με τον Αντώνη Κακαρά συναντιέμαι για πρώτη φορά σήμερα. Με αφορμή την ταινία ‘Ψυχή βαθιά’ πριν από αρκετούς μήνες, είχε την ευγένεια να μου στείλει τα προηγούμενα βιβλία του. Διάβασα τους τρεις τόμους, ‘Οι Έλληνες στρατιωτικοί’, βιβλίο πολύτιμο για πολλές πληροφορίες που είχα ανάγκη να διαβάσω, αφού ακόμα και σήμερα το θέμα του εμφυλίου δεν λέει να με εγκαταλείψει. Τα μυθιστορήματα του έχουν σειρά ανάγνωσης για αυτόν τον χειμώνα.
Σήμερα η παρουσία μου στην γιορτή της ‘Λίστας του τσαγκάρη’ , που εύχομαι να είναι καλοτάξιδο, δεν καλύπτει την προσέγγιση ενός ειδικού περί τα λογοτεχνικά, ενός κριτικού παραδείγματος χάριν, ούτε ενός συγγραφέα αφού μόνο τα σενάρια μου έχω καταφέρει να γράψω. Οι παρατηρήσεις μου λοιπόν είναι σκέψεις ενός αναγνώστη και μαζί ενός κατασκευαστή εικόνων του σινεμά.
Όμως ο βαθύτερος λόγος που είμαι μαζί σας είναι για να πάρω απαντήσεις στο βασικό ερώτημα ...
που προέκυψε όταν άρχισα την ανάγνωση του βιβλίου. Ποιος είναι ο Αντώνης Κακαράς που μετά από τόσα χρόνια σταδιοδρομίας στο Ναυτικό και την αποτυχημένη, όπως λέει, καριέρα στα Ναυτιλιακά, στρίβει το πηδάλιο της ζωής του στο δύσκολο χώρο (κόσμο) της λογοτεχνίας; Πως αλήθεια ένας πολίτης, σε ώριμη ηλικία, πιάνει μολύβι και χαρτί και διηγείται ιστορίες; Ο πλούτος των λέξεων και των εκφράσεων, οι δυνατές λεπτομέρειες των χαρακτήρων, οι ιστορικές πληροφορίες, πού κρυβόντουσαν τόσα χρόνια;
Και αυτή η μαγική μουσικότητα της αφήγησης, το ταξίδι των ιστοριών από το παρελθόν στο παρόν, ο πλάγιος σχολιασμός των πολιτικών γεγονότων, πόσο δουλεύανε μέσα του όλα αυτά τα πρώτα χρόνια της καθημερινότητάς του; Οι εποχές, οι περιγραφές του φωτός, οι βόλτες των λέξεων στο τοπίο και το περιβάλλον της ταπεινής και γενναίας Ικαρίας, τον συντρόφευαν άραγε τους 16 μήνες της φυλάκισής του στα χρόνια της δικτατορίας; Ο Στέφανος, η Μαρούλα, ο Βλάσης, ο Παπαφενέκος, η δραστήρια περί τα ερωτικά Παπαδιά και ο σωστός παρτενέρ της καντηλανάφτης, ο Βρασίδας, η Φωτεινή, ο Γιόζεφ και τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας, πόσο γνωστά του πρόσωπα υπήρξαν και πόσο γεννήματα της φαντασίας του;
Ο Αντώνης Κακαράς έχει το χάρισμα του εμπνευσμένου αφηγητή των παλαιών καιρών που οι άνθρωποι εξασκούσαν το δοξάρι τους στις μακρινές Βεγγέρες με ανύπαρκτο το μηχάνημα της τηλεόρασης, ρυθμιστή σήμερα της σιωπής μας.
Παίρνει απ’ το χέρι τον αναγνώστη παρέα με τους ήρωές του και τους ταξιδεύει στα χρόνια του Μεταξά, του πολέμου, του άδικου Εμφυλίου, του Απριλιανού πραξικοπήματος.
Η τρυφερότητα των ανθρώπων του πάνε παρέα με το οξύ χιούμορ της γραφής του. Συχνά δεν παραλείπει να σχολιάζει τον συγγραφέα και την γραφή του.
Καταλήγω να πιστεύω ότι ‘Η λίστα του τσαγκάρη’ είναι η προσωπική λίστα του Αντώνη Κακαρά που για χρόνια πολλά εμπλουτιζόταν και παρέμενε σοφά φυλαγμένη στην σπάνια ευαισθησία του.
Πριν από πολλά χρόνια η ακριβή μου φίλη Χριστίνα Τσίγκου, ηθοποιός και σκηνοθέτης, μου δώρισε τον ορισμό της τέχνης. «Δεν υπάρχει χαμένος καιρός για την τέχνη, Παντελή. Όλα γίνονται μέσα σου. Κάποια στιγμή αν είσαι τυχερός, στρώνεσαι στο χαρτί, στους χαρακτήρες ή στην κάμερα και αποκαλύπτεις ποιος είσαι.»
Ο σημερινός τιμώμενος με το έργο και την ζωή του, αποδεικνύει πόσο σωστός είναι αυτός ο ορισμός.
Τυχεροί οι αναγνώστες του έργου του.
Παντελής Βούλγαρης
Δεν έχει σημασία πότε γνώρισα τον Αντώνη. Η αλήθεια είναι ότι τον γνώρισα χάρη στο Κόμμα. Σε ανοικτές εκδηλώσεις κυρίως για ζητήματα ειρήνης, πολέμου, στρατιωτικών διεθνών ζητημάτων. Οφείλω να ομολογήσω ότι ήταν από τους ανθρώπους που το δίκαιο ήταν.... Τι θέλει αυτός εδώ μέσα;
Παράξενος άνθρωπος, του φαινότανε το συγγραφιλίκι. Δεν είχα διαβάσει ακόμα τα βιβλία του αλλά του φαινότανε. Ξέρετε ο αλαφροΐσκιωτος άνθρωπος, ο ‘αλαφροΐσκιωτος άνθρωπος’ είναι από τις ωραιότερες κουβέντες που μπορώ να πω κατά την ταπεινή μου ανθρώπινη γνώμη.. Άλλωστε είναι ένας άνθρωπος που πιστεύω πως πιστεύει στο πετσί και το σάλιο των ανθρώπων.. Αυτά δεν περνάνε από την τηλεόραση, ούτε μυρίζουν, ούτε…
Όταν διάβασα το βιβλίο – δεν θα πω για τα στρατιωτικά του, πολύτιμα είναι – το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα είναι, να το πώ όπως μου έρχεται να το γράψουν και οι κάμερες, γαμώ το κέρατο μου τόσα χρόνια τηλεόραση ένα πράγμα για αυτήν την περίοδο δεν θα γραφτεί ποτέ; Τη λέπρα έχουνε θυμηθεί, το ένα έχουνε θυμηθεί, το άλλο έχουνε θυμηθεί, αυτήν την περίοδο της ιστορίας, αυτήν τη λέπρα που μας ταλαιπωρεί μέχρι σήμερα δεν θα την θυμηθεί κανένας;
Δεν ξέρω εάν ρυθμίζει τη σιωπή η τηλεόραση και εάν προσπάθησε να πει με αυτόν τον τρόπο μια μικρή κουβέντα ο Παντελής για την κατάντια της σημερινής τηλεόρασης. Μπαίνοντας τον είδα....(ο Αντώνης πήγε να μας συστήσει χωρίς να ξέρει ότι αυτός με έχει στήσει μπροστά στην κάμερα και με έχει βάλει να παριστάνω τον εαυτό μου) ....η τηλεόραση πριν από πάρα πολλά χρόνια όταν οι γέροι παραπατούσαν, δεν διαδήλωναν και δεν ήταν περήφανα γηρατειά που τρώνε δακρυγόνα.
Σε μισώ, σε μισώ για παράδειγμα γιατί έκανες φανερό αυτό που ήθελα να πω όλη μου τη ζωή. Ένας κρυφός τύπος με ένα σφάχτη που να καθαρίζει τους προδότες μέσα στην νύχτα, να γουστάρει και μετά να κάθεται στο καφενείο και να βλέπει τι λένε όλοι οι άλλοι ηλίθιοι γι’ αυτό το αποτέλεσμα . Δηλαδή το είδα μπροστά μου και να λέω ‘τι κρίμα δεν προλάβαμε να του δώσουμε και σύγχρονα δείγματα’. Δεν το αναφέρω. Δεν αστειεύομαι.
Σας λέω μόνο ότι ο γιος μου είναι 15 χρονών και θεωρώ ότι είναι το χρήσιμο και πολύ ευχάριστο ανάγνωσμα για τα Χριστούγεννα και πιστέψτε με, δίνω πολύ δύσκολα βιβλίο ή προτείνω στο παιδί μου. Μπορεί να διαλέγει μόνος του. Γιατί ξέρω ότι θα του δημιουργηθούνε οι απορίες. Απορίες γιατί αυτές οι λύσεις ήτανε ευκολότερο να φτιαχτούνε αυτόν τον καιρό του πολέμου και της κατοχής, έγιναν απλώς αρχεία των εφημερίδων και της σύγχρονης εξουσίας.
Και πώς γίνεται να είμαστε στο 2010 να είναι ο Στρος Καν -που η αφεντιά σας δεν μπορεί να τον χαρεί τώρα στην Βουλή, στην επιτροπή, να του δίνει εύσημα και κοπλιμέντα και παράσημα- τύφλα να έχει δηλαδή ο στρατός του (..) δεν παίζεται.. δεν παίζεται. Είναι μαζεμένοι τώρα και ακούν τον Στρος Καν. Η οικονομική επιτροπή..
Υπήρξαν οι διαδηλώσεις, ναι, αποκλεισμένο το κέντρο για να διαλυθούνε και εμείς είμαστε εδώ και μιλάμε γιατί; Για την ρίζα του προβλήματος. Ξέρετε αυτή ‘Η λίστα του τσαγκάρη’ είναι ωραιότερη από την ‘Λίστα του Σίντλερ’ αλλά η λίστα του Σίντλερ έγινε ταινία και την έχετε μάθει με το ζόρι. Με το ζόρι, με το ζόρι.
Όχι δεν έχουνε καμία σχέση οι Εβραίοι κυρία μου. Δεν έχουνε καμία σχέση οι Εβραίοι. Μη βάζετε εθνικότητα και εξουσία στους ανθρώπους. Οι άνθρωποι χωρίζονται μόνο σε μία κατηγορία, σε αυτούς που κοιτάνε ψηλά και σε αυτούς που κοιτάνε το πάτωμα. Σε προσκυνημένους και απροσκύνητους. Δεν χωρίζονται σε καμιά άλλη κατηγορία και το αίμα δεν έχει ούτε εθνικότητα ούτε θρησκεία κατακόκκινο είναι όταν χύνεται. Κατακόκκινο. Και όταν πεθάνεις είναι μαύρο. Επομένως η βασική επιλογή είναι ανάμεσα στο μαύρο και στο κόκκινο.
Τώρα αν κάποιοι θέλουνε να δουλεύουνε στην ρουλέτα είναι άλλο πράγμα. Άλλο πράγμα με τους μαυροκόκκινους στην ρουλέτα και άλλο στην ζωή.
Χαμογέλαγα, ίσως να με είδατε, την ώρα που διάβαζε ο Παντελής, είναι αλήθεια από τα πιο εντυπωσιακά κομμάτια αυτό που διάλεξε και λέω πως οι άνθρωποι που μπορεί να ενώνονται με την ομορφιά του..
Είναι ένα πολύ όμορφο βιβλίο, είναι ωραίο βιβλίο ρε παιδιά, είναι ένα ωραίο βιβλίο. Εγώ για το βιβλίο ήρθα εδώ να μιλήσω. Ο Αντώνης είναι τα βιβλία του.
Καταρχήν θα πω κάτι και ας το παρεξηγήσει όποιος θέλει, όπως θέλει, ας με πείτε ότι θέλετε, δεν μπορώ να κάθομαι να ερμηνεύω τους όρους από την αρχή, ειλικρινά σας το λέω. Καθόλου. Είναι βιβλίο γραμμένο από έναν άντρα. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί είναι πρώτα άντρας και μετά στρατιωτικός, που σημαίνει καλός στρατιωτικός. Άμα κάποιος είναι στρατιωτικός για να αισθάνεται άντρας τότε είναι σκατά στρατιωτικός και σκατά άντρας. Και είναι γραμμένο με αυτήν την προσέγγιση.
Δηλαδή ενώ λογοτεχνικά θα μπορούσα να πω τι, Στον κόρακα, κάθεται και γράφει και κάθε τρεις και μία και απολογείται.. Γιατί απολογείται, θα το δείτε, απέναντι στους αναγνώστες, έχει εκείνη την παράγραφο που λέει μονίμως «και για να μην σας κουράσω με λεπτομέρειες ..» χαλάει την αφήγηση, σαν να είναι προφορικός ο λόγος.
Μεγάλο πράγμα να μπορείς να γράφεις όπως μιλάς ή όπως μιλάνε οι άλλοι άνθρωποι, πολύ μεγάλο πράγμα και να είναι γραμμένο και να είναι και κατανοητό. Να γεφυρώνει τον προφορικό με τον γραπτό λόγο δεν είναι εύκολο πράγμα, είναι βιωματικό. Και μετά σκέπτεσαι έχει κάνει πάρα πολλά χρόνια στρατιωτικός. Είναι δυνατόν.. δηλαδή είχε στην ευθύνη του.. στην ευθύνη του είχε ανθρώπους, είναι δυνατόν να ξεφύγει από την ποιητική της πειθαρχίας όταν είχε την ευθύνη ανθρώπων και έπρεπε να τους εξηγήσει γιατί αν δεν τους εξηγούσε.. με σκέτες διαταγές δεν θα τους έλεγχε;
Έχει και χιούμορ, έχει ένα πικρό χιούμορ βαθύ μέσα, σαρκαστικό, θα σας έλεγα και σχεδόν αυτοσαρκαστικό σε κάποια πράγματα αλλά είναι και πονηρούλης, πονηρούλης.. Πήτερ Παν σκέτος άντρας είναι δηλαδή, τι να σας πω, πονηρούλης.. Εκεί που γράφει πάρα πολύ ωραία και έχεις παρασυρθεί, έχει καταπληκτικές σκηνές, σου πετάει και 10-15 πολιτικές πληροφορίες μην αρχίσεις και βγάζεις τα δικά σου συμπεράσματα. Οι κλάδοι ήταν κλάδοι, το ΝΑΤΟ ήταν ΝΑΤΟ, η ΟΠΛΑ ήταν ΟΠΛΑ, το ΕΑΜ ήτανε ΕΑΜ και ο τσαγκάρης ήταν τσαγκάρης.
Και καλά του έκανε το ποδάρι ένας δηλαδή.. ένας δηλαδή που ήτανε γιατρός με τον οποίο κράτησε αλληλογραφία 30-40-50 χρόνια και του το ‘παιζε κουτσός για να μπορεί να κάνει όσα δεν κάνανε οι κουτσοί να πούμε, για όταν έγινε καλά..
Έχει θεατρικότητα ο λόγος του, δηλαδή δεν ξέρω εάν πολλά από αυτά τα πράγματα θα μπορούσανε να παιχτούνε, ειλικρινά σας το λέω, σε κλειστή αίθουσα μέσα, να μη τα βλέπεις να μιλάνε μόνο και να καταλαβαίνεις νόημα.
Έχει κάποια αποσπάσματα που.. καλά πολλά αποσπάσματα, θα μου πεις κάνεις συγκρίσεις, εγώ δεν είμαι λογοτέχνης ούτε ξέρω.. δεν είμαι κριτικός της τέχνης (…) δεν κρίνομαι για αυτά που λέω τώρα, να πούνε μετά γιατί έγραψε αυτήν την κριτική, γιατί έχει απωθημένα.
Έχει ώρες ώρες εκείνη την ατμόσφαιρα που έχει ο Βυσινόκηπος που ενώ δεν είσαι πουθενά το βλέπεις και το ακούς όλο αυτό το πράμα.. γι’ αυτό σας λέω, η γραφή του είναι τέλεια. Τι στον κόρακα με τα γαλόνια τόσα χρόνια και στα γραφεία μετά..
Ανεβοκατεβαίνει από την Ικαρία, μπόρεσε όλα αυτά τα πράγματα να τα συγκρατήσει στο κεφάλι του, να τα μασήσει, να τα ζήσει και να τα βγάλει χωρίς να ξεράσει! Η πιο δύσκολη περίοδος..
Αχ πως έχετε παρασυρθεί από τα πάνελ, σας θυμίζω τηλεόραση και μου απαντάτε τώρα.
Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον και ειδικά την εικόνα. Αλλά αλήθεια σας λέω το έβγαλε χωρίς να το φτύσει, μιλάει για τα πιο δύσκολα χρόνια. Εγώ γεννήθηκα το ’54, γεννήθηκα δηλαδή αυτήν την δεκαετία που ο ίδιος την χαρακτηρίζει.. «η δεκαετία αυτή με έναρξη το ’50, λειτούργησε για τον φίλο μας το Στεφανή, όπως και για όλο τον κόσμο ως σχολείο σκληρό και επώδυνο». Σκεφτείτε ότι γεννημένοι την δεκαετία του ’50 είναι αυτοί που κυβερνάνε τώρα. Σκεφτείτε δηλαδή ότι εκ των πραγμάτων πρέπει να πάρει την λίστα και να την συνεχίσει έστω και θεωρητικά, γιατί έτσι και δεν την συνεχίσεις την βάψαμε.. ή τουλάχιστον για να ξέρεις ότι υπάρχει.
Αλλά είναι παράξενο, δεν είναι πολιτικό το βιβλίο. Το βιβλίο είναι ερωτικό. Το βιβλίο είναι ερωτικό με όλες τις μορφές που μπορεί να έχει ο έρωτας, ο έρωτας για τον τόπο, ο έρωτας για την πατρίδα, ο έρωτας για την γυναίκα, ο έρωτας για τον άνθρωπο, ο έρωτας για την δουλειά, ο έρωτας για την ζωή τελικά. Και έχω την εντύπωση πως σε αυτό τον πόλεμο ο μεγάλος κερδισμένος είναι ο αναγνώστης. Αλήθεια. Ο μεγάλος κερδισμένος είναι ο αναγνώστης. Δεν είναι άνθρωπος που βγάζει πτώματα από μέσα του, εννοώ γράφει και βγάζει, εκφράζει πτώματα για να εκτονωθεί. Δεν εκτονώνεται, αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία. Πάρα πολύ μεγάλη σημασία. Τεράστια σημασία.
Η τσίχλα είναι πολύ ωραία όταν την μασάς ενδεχομένως, και κάνει και εκείνα τα πηγούνια του Ράμπο, που βγαίνουν έτσι τετράγωνα, αυτό το αμερικάνικο πράγμα της τσίχλας που την μασάς. Όταν την φτύνεις και την πατάει το παπούτσι σου είναι απαίσιο πράγμα και στην εποχή μας πάρα πολλοί άνθρωποι γράφουνε έτσι. Πάρα πολλοί άνθρωποι.
Εγώ θέλω να του ευχηθώ.. Θα σας διαβάσω ένα απόσπασμα, ένα απόσπασμα που μου άρεσε εμένα γιατί νομίζω ότι ίσως και να κρατάει όλα όσα προσπάθησα να πω. Είναι ένα βιβλίο που δεν μπορείτε να το δείτε χωρίς συναίσθημα, δεν μπορείτε να το διαβάσετε λογικά και παραταύτα είναι ένα βιβλίο που μπορεί να το διαβάσει κάποιος που δεν έχει ξανακούσει στην ζωή του για GLADIO, δεν ξέρει τι είναι, ούτε Retski. Μπορεί να μην ξέρει ούτε τι είναι ΝΑΤΟ, να μην θέλει να ξέρει, μπορεί να μην ξέρει τι είναι δωσίλογοι, μπορεί να μην ξέρει τι είναι χαφιέδες, θα μου πείτε ποιοι δεν ξέρουνε; Συνήθως οι ίδιοι δεν τους ξέρουνε τους εαυτούς.. δεν μπορούνε να βγούνε από το χωράφι τους..
Και ξέρετε τι δεν έχει; Εμένα αυτό είναι που μου αρέσει πιο πολύ απ’ όλα. Αυτή την κατασταλαγμένη γεροντίστικη πίκρα του ότι τα πράγματα δεν ήρθαν όπως τα φαντάστηκε ή όπως τα ονειρεύτηκε με αποτέλεσμα να τα βρίσκει όλα καλά στο παρελθόν, να μην έχει καμία εμπιστοσύνη στο μέλλον, να μην κοιτάζει μπροστά, να μην ελπίζει τίποτα και να βγαίνει όλο εκείνο εκεί το ανιαρό, μονότονο, ‘εγώ φεύγω και αποθανέτω η ψυχή μου μετά το ανολοκλήρωτο’, θα σας πάρω όλους μαζί σε μία μαύρη, μίζερη τρύπα πίκρας του ανθρώπου που δεν δικαιώθηκε. Αυτό το πράγμα το οποίο είναι πια εντελώς απαράδεκτο, είναι τόσο γενικευμένο, κόβει τα πόδια πιο πολύ από την πραγματικότητα ειλικρινά σας λέω. Να κυριαρχεί αυτή η αντίληψη ότι κοιτάμε την μούρη μας στον καθρέφτη και έτσι και δεν έχουμε κάνει μπότοξ ποιος θα καθίσει να μιλήσει για την νεολαία..
Είναι άνθρωποι με τους οποίους κοιτάει μπροστά, κοιτάει μπροστά μετά λόγου γνώσεως και μετά λόγου γνώσεως δεν κοιτάς μπροστά για να αποφεύγεις τα άλματα απλώς για να τα ζυγιάζεις καλύτερα και τίποτα άλλο.
Και δεν προσπαθώ να σου κάνω ψυχογράφημα, αυτό ήτανε καθαρό από το βιβλίο. Αν στραβά κατάλαβα τότε ο παραλήπτης ενός μηνύματος είναι πολύ ευχαριστημένος με την στραβωμάρα που κατάλαβε. Στο κάτω κάτω της γραφής όταν γράφουμε όλοι μας προσδοκάμε και ελπίζουμε μπας και ο άλλος πλησιάσει σε αυτό που θέλαμε να γράψουμε, όχι για τίποτα άλλο.. για μια έτσι μάταιη ικανοποίηση ότι δεν ήμαστε πια ο καθένας από εμάς το κέντρο του κόσμου και ότι κανένας μόνος του δεν μπορεί να τον αλλάξει..
Αφήστε με λοιπόν να σας διαβάσω ένα μικρό κομματάκι για να καταλάβετε. Μισό λεπτό. «Εν τω μεταξύ στο νησί του τα πράγματα διέφεραν κάπως με την υπόλοιπη χώρα. Εκεί ο εμφύλιος δεν είχε την ίδια αγριότητα, τουλάχιστον μεταξύ των κατοίκων εκτός βέβαια των συνεργατών της ασφάλειας, κάποιων φασιστών σαν το Φενέκο και τον ξεπουπουλιασμένο Βρασίδα. Η χωροφυλακή όμως έπαιζε με ενθουσιασμό το ρόλο της, αλλά οι αντάρτες που αλώνιζαν τα βουνά και τα γνώριζαν σαν την τσέπη τους, ήταν και πιο καπάτσοι και πίστευαν στον αγώνα τους. Το κλίμα βάραινε όσο πλησίαζες τα τμήματα όπου στρατοπέδευαν τα αποσπάσματα. Ο κόσμος του νησιού βρισκόταν πλέον στα τρία μοιρασμένος, άλλοι στην ξενιτιά και στα καράβια από χρόνια, άλλοι στην εξορία και οι υπόλοιποι να παιδεύουν τις πεζούλες τους ενώ οι σταυρωτήδες δεν τους άφηναν σε ησυχία. Μια από τις φιλενάδες της Φωτεινής διηγούτανε με τα χρόνια τι της έτυχε σαν πιάσανε τον πατέρα της και τον είχανε στο τμήμα.»
Είναι η παράγραφος πριν από την αγελάδα που σας διάβασε (στμ ο Βούλγαρης). Εάν είχα διαβάσει μία ακόμα ατάκα… αλλά δεν παίζουμε εδώ πέρα σενάρια.. μία παράγραφος πριν… Πείτε μου σε μία παράγραφο μοιρασμένο ένα νησί στα τρία με το τι έκανε ο καθένας και μετά τα ζώα που μιλάνε.. πόσες πραγματείες μπορεί να γράψει για το πόσο διέφερε για παράδειγμα η Νικαριά εκείνα τα χρόνια από την υπόλοιπη Ελλάδα και σε τι ακριβώς. Αν δεν το έχεις ζήσει, εάν δεν το έχεις παλέψει, εάν δεν το έχεις παιδέψει.. εκεί πέρα που κάνει κάτι καταπληκτικές ακροβασίες … Αναρωτιέμαι ποτέ εάν θα σε έπιανε κανένας από τους διανοούμενους που γράφει (…) μεγαλύτερες από τα βιβλία που αναλύουνε …
Έχει γλώσσα από την καθαρεύουσα μέχρι την ντοπιολαλιά. Άρα υπηρέτησε και γλωσσικά, εγώ έχω ένα πάθος με την γλώσσα, βίτσιο είναι αλλά δεν πειράζει, καλό βίτσιο είναι, έχει υπηρετήσει αυτό που λέμε διαχρονικότητα της γλώσσας, αλλά την έχει ζήσει ρε παιδάκι μου, την έχει μιλήσει. Να λες εν τω μεταξύ και να καταλαβαίνεις ότι είναι δοτική ακόμα και όταν δεν την ξέρεις και λίγο παρακάτω να λες στο μεταξύ ή στο ανάμεσο μας και πάλι να ξέρεις τι λες και να μην διαφέρει το ένα με το άλλο και να μην κάνει ακροβασίες και να μην δημιουργεί τοξικότητα στην γλώσσα για να την ειρωνευτεί ή για να ειρωνευτεί τις διαφορές που μπορεί να υπήρχαν ανάμεσα στους ανθρώπους.
Το βιβλίο σου είναι φαλτσέτα αλλά είναι τόσο μαλακιά κριτικά που το διαβάζεις και λες σφάξε με αγά μου μπας και αγιάσω. Να είσαι καλά να συνεχίσεις να γράφεις και να περάσετε όλοι πάρα πολύ καλά διαβάζοντας το. Πάντως αν μιλάμε για συγγραφέα που έπιασε τα μολύβια αργά ε τότε Κακαράς και όνομα.
Κακάρισε συχνότερα και καλύτερα από όλους τους άλλους.
Λιάνα Κανέλλη
Ο Νίκος Μοσχοβάκος για το βιβλίο του Κακαρά Η λίστα του τσαγκάρη
Ξεκινώ λοιπόν από την γνωριμία μου με τον Αντώνη Κακαρά που είναι τουλάχιστον 41 χρόνια. Πρέπει να γνωριστήκαμε το 1969 με 1970 όταν ήταν ένας νεαρός ευσταλής αξιωματικός του ναυτικού, ανήσυχος και πάντα επαναστατημένος. Δεν σου κρύβω Αντώνη ότι όταν διάβαζα αργότερα εκείνη την εποχή τον ‘Επαναστατημένο Άνθρωπο’ του Camus, σκεφτόμουνα συχνά εσένα.
Ήτανε ανυπότακτος, ήτανε ρηξικέλευθος, επεδίωκε πάντα την ρήξη. Επί δικτατορίας ήμουνα στην δίκη του που τον καταδίκασε το Ναυτοδικείο του Πειραιά και έζησα από κοντά όλη την μυθιστορηματική του ζωή. Η ζωή του Κακαρά είναι μυθιστορηματική, δεν αναπαύεται πουθενά, δεν κάθεται πουθενά, συνέχεια πετάει από κλαδί σε κλαδί από μέρος σε μέρος από κατάσταση σε κατάσταση.
Το βιβλίο του αυτό, όπως και τ’ άλλα που προηγήθηκαν, όταν ήρθε στα χέρια μου μού ‘δωσε την χαρά να δω μία άλλη πτυχή του. Όχι ότι με ξένισε, μου έδωσε την χαρά είπα. Δεν με ξένισε αυτό το πράγμα γιατί είναι ενιαίος, είναι και στο βιβλίο του Αντώνης. Ο άνθρωπος που δεν παραδέχεται, σαν ειλικρινής ανθρωπιστής που είναι, ότι οι νίκες του καπιταλισμού είναι και νίκες της ανθρωπότητας. Δεν το παραδέχεται στο έργο του, δεν το παραδέχτηκε στη ζωή του, δεν το παραδέχτηκε ποτέ.
Επειδή όμως θα φτάναμε σε ακραίες εκφράσεις και μυθικές αναφορές, που δεν ταιριάζουν ούτε στον Κακαρά ούτε και σε μένα για να του τις κάνω, θα μπούμε στο θέμα του βιβλίου του.
Το βιβλίο του είναι μια ανασκαφή μέσα σε μία εκατονταετία, δηλαδή στον αιώνα που πέρασε. Αρχίζει με την γέννηση του ήρωα της, που ας πούμε αυθαίρετα την τοποθετώ από την ανάγνωση στο 1920 κάπου εκεί, 1915, και φτάνει μέχρι τις ημέρες μας.
Οι ήρωες του, οι ήρωες όμως όχι με την έννοια του ήρωα που ακούστηκε προηγουμένως, οι ήρωες του μυθιστορήματος όχι οι ήρωες πρότυπα, όπως παρουσιάζονται και βομβαρδιζόμαστε καθημερινά από αυτούς. Οι ήρωες του Κακαρά είναι τρεις βασικά, είναι ο Παπαφενέκος ο αρνητικός ήρωας της ιστορίας. Τον διαλέγει από τους 120 παπάδες του νησιού, το μόνο κακό παπά για να τον κάνει ήρωα του μυθιστορήματος του.
Είναι ο Στεφανής ο τσαγκάρης και είναι και η Μαρούλα η παντελονού αφέντρα αεράτη των βράχων και των βουνοκορφών, όπως την λέει κάπου. Μέσα από αυτά τα πρόσωπα ο Κακαράς διαπλέκει την ιστορία του, με μια δεξιοτεχνία μοναδική, με έναν λόγο αναπλήρωτο, όπως ακούστηκε, προφορικό και χαρισματικό και εγώ αναρωτήθηκα πολλές φορές. Άραγε όταν γράφει μιλάει και γράφει; Όπως αναρωτήθηκε προηγουμένως και η Λιάνα. Μιλάει και γράφει ο Αντώνης; Πως είναι δυνατόν αυτός ο αφηγηματικός ειρμός που αναβλύζει μονίμως και έρχεται στον αναγνώστη να είναι τόσο έντονος και αληθινός;
Μέσα από αυτά τα τρία πρόσωπα διαμορφώνεται η ιστορία του.. και έχω μία ένσταση μικρή σε αυτό που είπες Λιάνα. Είναι και πολιτικό μυθιστόρημα, είναι ερωτικό μυθιστόρημα ναι το δέχομαι. Είναι ηθογραφικό εν πολλοίς με τις ντοπιολαλιές και όλες αυτές τις παρελθούσες αγάπες που αναφέρει και ήταν και η ζωή μας η ίδια, είναι όμως και πολιτικό μυθιστόρημα.
Και δε θα έλεγα απλώς πολιτικό μυθιστόρημα, κάπου επειδή παίζει ο Κακαράς το κάνει πολιτικό θρίλερ, στο τέλος γίνεται πολιτικό θρίλερ, εκεί με την στέρνα και το πηγάδι στην Ικαρία είναι πολιτικό θρίλερ.
«Η λίστα του τσαγκάρη» όπως το ακούσατε προηγουμένως, είναι η λίστα που θα μπορούσε να λέγεται η λίστα των χαφιέδων του τσαγκάρη, η λίστα των ρουφιάνων, η λίστα των δωσίλογων. Όλους αυτούς περιλαμβάνει η λίστα, όλους αυτούς η δικαιοσύνη που αναβλύζει μέσα από τον ίδιο τον Κακαρά, θέλει να τιμωρήσει.
Και αποδίδει την δικαιοσύνη του ο Κακαράς, την αποδίδει με τρόπο που είναι αξιοπρόσεκτος, σε ευχαριστεί και οπωσδήποτε ικανοποιεί όλους τους αδικημένους αυτού του κόσμου, αυτού του τόπου.
Καλό είναι να ικανοποιούμαστε και μέσα από τέτοια πράγματα, δεν είναι λίγο και αυτό. Μας ‘λείψαν αυτά τα βιβλία, αυτές οι περιγραφές, αυτές οι πολιτικές αφηγήσεις. Είπε κάτι πάλι η Λιάνα Κανέλλη, με κέρδισε σε πολλά πράγματα, είπε το κόκκινο και το μαύρο, το μαύρο και το κόκκινο είπε εκείνη εγώ το κάνω κόκκινο και μαύρο γιατί ήθελα να το πάω εκεί που θέλω. Ο Σταντάλ είχε πει για ένα βιβλίο του «Αυτό το βιβλίο…» παραφράζω αυτό που είχε πει ο Σταντάλ «.. οι οικονομικοί παράγοντες, οι χαφιές, οι δωσίλογοι, οι λύκοι, οι προδότες να το αφήσουν από τα χέρια τους..» Αυτό το βιβλίο λοιπόν του Κακαρά να το αφήσουν από τα χέρια τους όσοι έχουνε αυτές τις ιδιότητες, δεν είναι για αυτούς.
Θα διαβάσω και εγώ ένα απόσπασμα από το τέλος. Καταρχήν, εκτός όλων των άλλων χαρακτηριστικών που έχει, την ντοπιολαλιά, αυτά που ακούστηκαν και τα λοιπά, έχει και πολύ χιούμορ ο Κακαράς. Χιούμορ αστείρευτο και πηγαίο. Στο τέλος βέβαια το χιούμορ του γίνεται μαύρο.
Ας δούμε εδώ, «Ήταν γραφτό κατά τους μοιρολάτρες …» κρατήστε τη λέξη, μοιρολάτρες, έχει κάποια σημασία «… ο Στεφανής της Μαγδάλως ο γιος, να οδηγηθεί προς τον συμπαθή χώρο των τεχνών. Όχι των κακώς αποκαλουμένων καλών σαν οι υπόλοιπες να είναι για πέταμα, αλλά των άλλων της καθημερινής ανάγκης που τις περιφρονούν ακόμα και σήμερα οι νέοι μας και ιδιαίτερα οι ατάλαντοι που περιέργως έχουν επίσης ατάλαντους και μικρόνοες γονείς. Εν κατακλείδι ο ήρωας μας έγινε τσαγκάρης κάτι που θα το απέφευγαν οι δικοί του, υποχωρώντας ακόμα και στις παρακλήσεις του για σπουδές, αν γνώριζαν πως ειδικά οι τσαγκάρηδες μαστίζονται, από την άγνωστη για αυτούς, πλην ευκολοερμήνευτη ασθένεια του αναρχισμού.»
Οι τσαγκάρηδες μαστίζονται από την ασθένεια του αναρχισμού, λέει. Έχει άλλες σελίδες, λίγες σουρεαλιστικές. Έρχομαι σε αυτό που είπε ο Παντελής ο Βούλγαρης, είπε στην αρχή για το βάτραχο με την γάτα. Έχει κάπου αλλού ένα διάλογο μεταξύ του βάτραχου και της γάτας και λέει «…Είδες εσύ που γκρινιάζεις, ρώτησε με ύφος ο βάτραχος τη φίλη του τη γάτα, Τι να δω ρε κακομοίρη, τι είδες εσύ που δεν το ξέρω γω, Χάθηκαν οι πράκτορες από παντού, τιμωρήθηκαν οι δωσίλογοι της χώρας από την εποχή της κατοχής, σταμάτησαν όλα τα λαμόγια να εκμεταλλεύονται και να κατακλέβουν τούτον τον τόπο, να δεις που θα φτάσει και σ’ εμάς η καινούργια ισορροπία, Τι λες ρε συ, σοβαρά, και την κρίση πώς την εξηγείς; Απόρησε η ξύπνια γάτα, που τον πίστεψε προς στιγμήν για μεγάλη ικανοποίηση του βάτραχου, για σκέψου, σα να λέμε, θα τρώμε ψαροκέφαλα κάθε μέρα δηλαδή.....σε καμιά τριανταριά χρόνια...μα θα ζούμε τότε; »
Αυτός ο σουρεαλιστικός διάλογος θα μπορούσε να είναι από μόνος του ένα κομμάτι.., έχει ιδιαίτερη αξία…Έχει αξία, θα μπορούσε να είναι ένα αυθύπαρκτο κομμάτι του, μία μινιμαλιστική ιστορία. Εξαιρετική. Δείχνει ότι ο Κακαράς δεν περιορίζεται σε καμία μορφή παραδοσιακού ή μη γραψίματος και λόγου. Απεριόριστα εκτείνεται παντού, παντού προσπαθεί να δώσει αυτό που θέλει και ο ίδιος είναι πάντα παρών, σχολιάζει.
Το βιβλίο του, είπαν και οι προηγούμενοι πολλά πράγματα, φτάνει από τον Κλίντον μέχρι τη Μαρούλα τη παντελονού. Η Μαρούλα η παντελονού, ο Κλίντον, ο Ζαχαριάδης και ο Γκορμπατσόφ είναι παρόντες στο βιβλίο του και ο Κακαράς από δίπλα σχολιάζει όπως θέλει αυτός τα πράγματα.
Φίλοι του της καθημερινής του ζωής, για όσους τον ξέρουν καλύτερα, είναι παρόντες στο βιβλίο του. Τους βλέπεις, παίζουν μικρούς ρόλους αλλά εσύ καταλαβαίνεις ποιος είναι και τι θέλει να πει. Παίζει, παίζει για τον εαυτό του και για τους άλλους και στο τέλος δίνει ένα αποτέλεσμα τέτοιο που είναι ιδιαίτερα ευχάριστο για τον αναγνώστη που θέλει να διαβάσει κάτι που θα τον τέρψει.
Θα ήθελα να πω τελευταία το εξής. Μου δίνεται η ευκαιρία σήμερα αγαπητέ φίλε Αντώνη να περιαυτολογήσω. Το 1972 μετά το δικαστήριο που είχες, σε μία ομαδική ποιητική συλλογή της εποχής εκείνης είχα αφιερώσει ένα ποίημα για τον Κακαρά. Θα ήθελα να το ακούσετε γιατί ο Αντώνης είναι ενιαίος από τότε μέχρι σήμερα. Μην τρομάξετε είναι πέντε έξη γραμμές, μην τρομάζετε. Το ποίημα λέγεται ΑΚ, Αντώνης Κακαράς (..). Λοιπόν
«Λέγανε τα άστρα και οι μαντικοί του παλιού καιρού
ότι όποιος δεν ακολουθεί τη μοίρα του είναι συνωμότης.
Κάτι σχετικό γράψανε και οι εφημερίδες
για τον Αντώνη, τον Μενέλαο και τον Βασίλη
που δεν ακολούθησαν την μοίρα τους.»
Νίκος Μοσχοβάκος
Τα χρωστούμενα δεν διαγράφονται
Η Ιστορία είναι μια υπόθεση προσωπική, μια εκκρεμότητα που κληροδοτείται από γενιά σε γενιά σαν κουσούρι ή σαν ευλογία. Η Ιστορία είναι ένας ζωντανός οργανισμός που περιμένει τους ανθρώπους να τον κοιτάξουν κατάματα και κάποια στιγμή να υπολογίσουν τα ζύγια τους και να τοποθετηθούν απέναντί του με τον τρόπο το σωστό.
Θα τον βοηθήσουν να ζήσει, να εξελιχτεί και να μεγαλώσει καθώς πρέπει ή θα τον καταδικάσουν στο ψέμμα, στην στέρηση και στο σκοτάδι; Θα τον σκοτώσουν αποστρέφοντας το βλέμμα από πάνω του ή θα τον αναδείξουν σε κάτι μεγαλειώδες και συλλογικό; Θα τον αφαιμάξουν κόβοντας και ράβοντας τις φλέβες και τα νεύρα του στα μέτρα τους ή θα τον αφήσουν να κατακτήσει τον κόσμο ως πατρογονική κληρονομιά και να προετοιμάσει το μέλλον πατώντας πάνω σε αληθινές ηθικές αξίες και όχι σε πτώματα;
Μπορεί ένας άνθρωπος που δεν αντέχει πια την αδικία, την ατιμωρησία των χυδαίων και την φτήνια των ενόχων για προδοσία και κάθε είδους ηθικό ξεπεσμό να πάρει τη δικαιοσύνη στα χέρια του και να τιμωρήσει όσους έσφαλαν οικτρά; Μπορεί ένας απλός πολίτης να κάνει τη δουλειά μιας πολιτείας που ατονεί και κατακρημνίζεται εθελοτυφλώντας και προωθώντας το ψέμμα, την υποκρισία και την εκμετάλλευση των ίδιων της των παιδιών;
Μπορεί η δικαιοσύνη θα θριαμβεύσει πάνω στην αδικία; Μπορεί ένας εμφύλιος πόλεμος να οδηγήσει σε κάτι θετικό;
Μπορεί ένας μύθος που δεν είναι απολύτως μύθος να διατυπωθεί με τόσο χιούμορ, ετοιμότητα, τόλμη και παρρησία ώστε να μας κάνει να καταλάβουμε πως τα παραμύθια δεν είναι ποτέ τόσο αθώα όσο θέλησαν ίσως να μας κάνουν να πιστεύουμε όσοι μας τα διάβαζαν τις νύχτες στο προσκεφάλι μας, κάτω από ένα σεντονάκι παιδικό;
Μπορεί ο έρωτας για τη ζωή, για τον άνθρωπο, για την ελευθερία, για τη δικαιοσύνη και για ένα άξιο αύριο να χωρέσει σε μερικές σελίδες, να χωριστεί σε λέξεις και να ευωδιάσει γιασεμί στα μέσα του χειμώνα;
Στο βιβλίο Η λίστα του τσαγκάρη, του Αντώνη Κακαρά (εκδόσεις Παπαζήσης) θα βρείτε όλες τις απαντήσεις στις ερωτήσεις αυτές, ή έστω σε εκείνες που νιώσατε πως, για τον έναν ή για τον άλλο λόγο, ενδέχεται να σας τριβελίζουν το μυαλό δεκεμβριάτικα, λίγα χρόνια μετά από ένα φονικό, λίγα χρόνια μετά από έναν σπαρακτικό εμφύλιο πόλεμο, λίγα χρόνια μετά από μια παλιά χούντα, ταυτόχρονα με μια καινούρια, και ποιος ξέρει πριν από τι άλλο αναμένεται να ξημερώσει το πρωί.
Αυτό το βιβλίο το κρατώ στα χέρια μου ετούτην εδώ τη στιγμή. Αν μπορούσα να δώσω σε κάποιον μια συμβουλή θα του έλεγα “κάντο δώρο“. Να περάσει από πολλά, πάρα πολλά χέρια. Κι από μάτια. Κι από μυαλά. Και να τους μιλήσει.
Μαρία Πετρίτση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου