Παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να πείσει για
το αντίθετο, τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών ήταν
ένα σαφές μήνυμα καταδίκης της πολιτικής της, της πολιτικής του Μνημονίου ΕΕ-ΔΝΤ
και των αντιλαϊκών μέτρων. Όση «δημιουργική λογιστική» κι αν επιστρατεύουν
τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, η απώλεια 1.200.000 ψηφοφόρων, σε σχέση με τις
βουλευτικές εκλογές του 2009, δεν κρύβεται. Όσο κι αν προσπαθούν να ερμηνεύσουν
την αυξημένη αποχή ως «παθητική συναίνεση», γνωρίζουν πολύ καλά ότι, παρά τους
πρωθυπουργικούς εκβιασμούς, το «μήνυμα» είναι σαφές: η πολιτική του Μνημονίου,
η πολιτική που βυθίζει το λαό στη φτώχεια και την ανεργία, η αναίρεση εργατικών
κατακτήσεων στο βωμό του να βγει το κεφάλαιο αλώβητο από την κρίση του, είναι
καταδικασμένα στη συνείδηση της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Είναι
ακριβώς το ίδιο μήνυμα που στέλνουν από πέρσι οι εργατικές συνελεύσεις και
πορείες, οι απεργίες, οι κλαδικοί αγώνες, οι αντιστάσεις στις γειτονιές.
Η καταδίκη της κυβέρνησης
αντανακλά βαθύτερες πολιτικές μετατοπίσεις στους εργαζόμενους και το λαό.
Σημαντικά τμήματα της κοινωνίας έχουν συνειδητοποιήσει ότι η κυβέρνηση δεν
θέλει «να σώσει την χώρα», αλλά τις Τράπεζες, τους Έλληνες και ξένους δανειστές
τοκογλύφους. Ότι το «ξεπέρασμα της κρίσης» του καπιταλισμού, τόσο στην Ελλάδα,
όσο και στην Ευρώπη, γίνεται με καύσιμο τα λαϊκά δικαιώματα. Ότι η κυβερνητική
πολιτική οδηγεί έτσι και αλλιώς σε μια «προγραμματισμένη χρεωκοπία». Ότι η ΕΕ
είναι πρωτοπόρος στην επίθεση και όχι αρωγός για «το ξεπέρασμα της κρίσης». Η
καταδίκη της κυβέρνησης και η πολιτική της κόπωση αντανακλά την απονομιμοποίηση
της κυβερνητικής προπαγάνδας, την υπονόμευση του «μονόδρομου» που προσπαθούν
και ιδεολογικά να επιβάλλουν. Πιστεύουμε ότι οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής
αριστεράς και πολλοί αγωνιστές, με την τεκμηριωμένη κριτική και τις θέσεις τους,
έχουν συμβάλλει σημαντικά σε αυτή την απονομιμοποίηση.
Μετά από τέτοια σαφή καταδίκη,
είναι προκλητικές οι δηλώσεις Παπανδρέου και άλλων στελεχών ότι «επιβραβεύτηκε
η πολιτική τους» και ότι θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο γιατί είναι ο μόνος που
μπορεί να «σώσει» τη χώρα από την κρίση! Επιβεβαιώνεται
ότι η αστική στρατηγική σήμερα στην Ελλάδα έχει χαράξει έναν «μονόδρομο» για
την έξοδό της από την κρίση, που περνά μέσα από τη συντριβή κάθε εργατικού και
λαϊκού δικαιώματος. Ήδη από την επαύριο των εκλογών έχουν αρχίσει να
συζητιούνται τα νέα μέτρα που θα αποφασιστούν με την έλευση της Τρόικα στις
15/11: μισθοί κάτω από τα όρια της (εξευτελιστικής) συλλογικής σύμβασης,
ξεπούλημα κάθε δημόσιου αγαθού, νέα αφαίμαξη μισθωτών και συνταξιούχων,
οικονομικός στραγγαλισμός της δημόσιας εκπαίδευσης, υγείας, ασφάλισης, κόψιμο
κοινωνικών παροχών, απολύσεις και από τον δημόσιο τομέα. Η εφαρμογή του
Καλλικράτη ήδη σημαίνει χιλιάδες απολύσεις στους Δήμους, οικονομικό στραγγαλισμό
και υποβάθμιση κάθε κοινωνικής παροχής (παιδικοί σταθμοί, Κέντρα Υγείας, ΚΑΠΗ
κ.λπ.). Το ξεπούλημα της ΔΕΗ και το ξεθεμελίωμα του δημόσιου πανεπιστημίου
βρίσκεται στην προμετωπίδα των αλλαγών που θα επιχειρήσει η κυβέρνηση το
επόμενο διάστημα. Ο μόνος τρόπος για να τους εμποδίσουμε είναι οι μαζικοί
ανυποχώρητοι αγώνες.
Η φραστική καταδίκη του Μνημονίου από τη ΝΔ δεν έπεισε τον λαό. Όσο
κι αν προσπαθεί η ηγεσία της να πείσει ότι δεν έχει καμία σχέση με το
κυβερνητικό παρελθόν της αντιλαϊκής λαίλαπας, όσες κορώνες κι αν εκτοξεύει
ενάντια στο Μνημόνιο, είναι σαφές ότι η
ΝΔ στοιχίζεται πίσω από την ίδια πολιτική της επίθεσης στους εργαζόμενους, των
ιδιωτικοποιήσεων, των απολύσεων και του αυταρχισμού. Γι’ αυτό συνέχισε την
ελεύθερη πτώση που ξεκίνησε στις βουλευτικές του 2009, χάνοντας επιπλέον
560.000 ψηφοφόρους. Η τακτική καταψήφισης του Μνημονίου δεν είναι παρά μια
αντιπολιτευτική τακτική, που συνοδεύεται από την υπερψήφιση όλων των μέτρων που
το συνοδεύουν και την κριτική στην κυβέρνηση για «ατολμία στις μεταρρυθμίσεις»!
Ούτε τα ακροδεξιά δεκανίκια της
πολιτικής του Μνημονίου δεν κατάφεραν να καρπωθούν την «υπεύθυνη» στάση στήριξης
της κυβέρνησης. Αντιθέτως, η πτώση του
ποσοστού του ΛΑΟΣ και η απώλεια 170.000 ψήφων δείχνουν ότι το μπλοκ του
Μνημονίου χάνει όλο και περισσότερο τα στηρίγματά του. Ωστόσο, η κρίση του
ΛΑΟΣ αναγκάζει το σύστημα σε στήριξη και «νομιμοποίηση» μιας άλλης ακροδεξιάς,
πολύ πιο επικίνδυνης και επιθετικής, που επωάζεται εδώ και χρόνια στους
σκοτεινούς μηχανισμούς του κράτους. Αυτό εκφράζει το ποσοστό του ψηφοδελτίου
της παρακρατικής Χρυσής Αυγής και η εκλογή Μιχαλολιάκου στο Δήμο της Αθήνας,
παρότι στο «φούσκωμα» του ποσοστού συνέβαλε και η στήριξη του ΛΑΟΣ στη φθαρμένη
υποψηφιότητα Κακλαμάνη.
Συνολικά, όμως, οι δυνάμεις του
καθεστωτικού τόξου και του Μνημονίου σημείωσαν αισθητή υποχώρηση. Δυναμώνει το
αίσθημα της απαξίωσης, της απόρριψης, αλλά και του «όλοι τα ίδια είναι», που
αρκετές φορές δεν αφήνει αλώβητη και την Αριστερά.
Το εκλογικό αποτέλεσμα αποτυπώνει
ένα πολιτικό σκηνικό σε κρίση και μετάλλαξη. Χαρακτηριστική εκδήλωση αυτής της κρίσης εκπροσώπησης είναι η αύξηση της
αποχής, του άκυρου και του λευκού. Η αύξηση της αποχής αποτελεί σύμπτωμα βαθιάς κρίσης του πολιτικού συστήματος και
σε μεγάλο βαθμό αποτυπώνει την αποδοκιμασία της κοινωνίας απέναντι στην
κυρίαρχη πολιτική. Ταυτόχρονα όμως αποτυπώνει και τάσεις αποπολιτικοποίησης και
απογοήτευσης που υπάρχουν έντονα κυρίως σε χώρους της νεολαίας. Την αποχή όμως πρέπει να την αφουγκραστεί
και η Αριστερά, αφού σε ένα βαθμό αποτυπώνει και την απογοήτευση εξαιτίας της
αδυναμίας της Αριστεράς να συγκροτήσει εναλλακτική αντικαπιταλιστική λύση.
Η πολιτική αστάθεια επομένως θα
συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα, ειδικά στο έδαφος των τεράστιων προβλημάτων
που δημιουργεί η κρίση, κάτι που ανοίγει όλα τα σενάρια για διάφορες εκδοχές
ενσωμάτωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας: από την ευρύτερη πολιτική στήριξη της
κυβερνητικής πολιτικής, την κυβέρνηση «προσωπικοτήτων», «εθνικής ενότητας» ή
άλλες παρόμοιες εκδοχές.
Λογικές στις οποίες εντάσσει τον εαυτό της και η Δημοκρατική Αριστερά,
που σε αυτές τις εκλογές απέδειξε με τον
πιο ξεκάθαρο τρόπο τη διάθεσή της να επιτελέσει συμπληρωματικό προς το ΠΑΣΟΚ
ρόλο. Με τη στήριξη κοινών υποψηφίων με το ΠΑΣΟΚ, αλλά και την ανοιχτή
στήριξη Σγουρού στο δεύτερο γύρο, δείχνει ότι βασική της προτεραιότητα είναι η
ένταξή του στις εφεδρείες που αναζητά το σύστημα για τα σενάρια της επόμενης
μέρας, μαζί με το νέο κόμμα της Ντ.
Μπακογιάννη. Συμπληρωματικό ρόλο στο σκηνικό έχουν και οι Οικολόγοι Πράσινοι, με την ενσωμάτωση
της αριστερόστροφης ψήφου σε πιο ανώδυνα και φιλικά προς κυβερνητικές λύσεις
πλαίσια.
Ελπιδοφόρο μήνυμα ήταν ότι οι εκλογές υπήρξαν αριστερόστροφες: με τη
συνολική άνοδο των ποσοστών της Αριστεράς –και κυρίως τη σημαντική ενίσχυση των
ποσοστών της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και
συνολικά της αντικαπιταλιστικής αριστεράς κατέγραψαν σημαντικά ποσοστά στις 11
περιφέρειες που κατέβηκαν, ενώ ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα κατέγραψαν και
δεκάδες ριζοσπαστικά αριστερά δημοτικά σχήματα σε όλη την Ελλάδα, κάτι που αποτυπώνεται και στην εκλογή 7
περιφερειακών και περισσότερων από 10 δημοτικών συμβούλων. Οι περισσότεροι από
96.000 ψήφοι σε όλη την Ελλάδα, που αντιστοιχούν στο 1,9% των εκλογέων, και
πολύ περισσότερο οι εκατοντάδες αγωνιστές της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που
δραστηριοποιήθηκαν σε κάθε γωνιά της επικράτειας, δείχνουν ότι δημιουργείται ένα αριστερό
αντικαπιταλιστικό πολιτικό ρεύμα σε όλη την Ελλάδα, ένας υπαρκτός και
υπολογίσιμος πόλος στην κοινωνία και την Αριστερά.
Το αποτέλεσμα των εκλογών
αποτελεί δικαίωση του ενωτικού εγχειρήματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δικαίωση για τους
συντρόφους και τις συντρόφισσες που έδωσαν και δίνουν τη μάχη σε όλη την
Ελλάδα. Αποτελεί πολύ
περισσότερο δικαίωση για την επιλογή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να θέσει στο κέντρο της
παρέμβασής της την ανάγκη, το περιεχόμενο και τις προϋποθέσεις για μια
αντικαπιταλιστική διέξοδο από την κρίση, υπερβαίνοντας το «πλατύ αντιμνημονιακό
μέτωπο», πρόταση μέσα από την οποία λίγο πολύ εκφράστηκε ένα φάσμα δυνάμεων από
τον Δημαρά έως την «Ελεύθερη Αττική», παρά τις σοβαρές μεταξύ τους διαφορές. Αυτό
διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία των ψηφοδελτίων μας, αποτέλεσε το ειδοποιό στοιχείο
της συγκρότησής τους και τη βάση πάνω στην οποία συνεργαστήκαμε με άλλες
δυνάμεις της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Οι απόψεις που επιμένουν στην αντικαπιταλιστική ανατροπή του σφαγείου
κυβέρνησης-ΕΕ- ΔΝΤ, που διαλέγουν το δρόμο του ανυποχώρητου αγώνα, που
επιδιώκουν σε αυτήν τη βάση την κοινή δράση της αριστεράς, που αρνούνται τις
λογικές της συναλλαγής, κερδίζουν έδαφος μέσα στην κοινωνία. Το
αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα που επιμένει με σαφήνεια στην παύση πληρωμών και τη
διαγραφή του ληστρικού χρέους, την έξοδο από το ευρώ και τη ρήξη με την ΟΝΕ-ΕΕ,
την εθνικοποίηση των Τραπεζών, την αναδιανομή του πλούτου σε βάρος του
κεφαλαίου, την συνολική κριτική στον καπιταλισμό από τη σκοπιά της προοπτικής
της εξουσίας των εργαζομένων, μπόρεσε να συναντηθεί με τις αγωνίες μισθωτών,
εργατών, νέων, ανέργων, συνταξιούχων, αγωνιστών της αριστεράς, όλων εκείνων που
αναζητούν μια διαφορετική διέξοδο από αυτή που τους προσφέρει η κρίση του
συστήματος –αποδεικνύοντας ότι η αναζήτηση για την αντικαπιταλιστική αριστερά
που απαιτεί η εποχή μας είναι όσο ποτέ επίκαιρη.
Αυτή η λογική μέσα στις συνθήκες της κρίσης, της κοινωνικής και
πολιτικής πόλωσης επικοινώνησε με ένα αξιοπρόσεκτο κοινωνικό και πολιτικό
δυναμικό. Έκφρασε σημαντικό δυναμικό των αγώνων, ένα τμήμα (έστω μικρό) της
βάσης του ΠΑΣΟΚ που αναζητούσε μια ριζική κριτική στην κυβέρνηση, αλλά και τις
αναζητήσεις σημαντικών τμημάτων της βάσης της Αριστεράς ανεξάρτητα από το αν
αυτές εκφράστηκαν με πληρότητα στις εκλογές. Με την έννοια αυτή αποτελεί και
μια επιβεβαίωση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών και της ίδιας της επιλογής
συγκρότησης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι 100.000 ψήφοι «επικυρώνουν» όλο το πρόγραμμα,
την τακτική και την παρουσία μας, πόσο μάλλον δεν σημαίνει ότι δεν μας
βαραίνουν λάθη, παραλείψεις και αντιφάσεις. Αποτελούν περισσότερο μια «ευκαιρία»
και μια δυνατότητα, παρά μια πλήρως καταληγμένη στήριξη. Έχουμε βαθιά
συναίσθηση αυτού του γεγονότος. Δεν
χωρούν επομένως πανηγυρισμοί και
υπερφίαλες εκτιμήσεις. Η εμπιστοσύνη που έδειξε ο κόσμος της αριστεράς
και του κινήματος, αλλά και ευρύτερα οι εργαζόμενοι και οι νέοι στα ψηφοδέλτια
της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς σε αυτές τις εκλογές, μας γεμίζει ευθύνες. Ξέρουμε
ότι η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί να βαθύνει και να γίνει συστράτευση με την
προϋπόθεση όλοι και όλες μαζί να μπορέσουμε την επόμενη μέρα:
-
Να συμβάλλουμε στην οικοδόμηση κινήματος
ανατροπής αυτής της
πολιτικής, να αποδείξουμε στην πράξη την διαφορετική παρουσία μας μέσα στους
χώρους δουλειάς, σε άρρηκτη σχέση με τους εργαζόμενους, σε ρήξη με την συνδικαλιστική
γραφειοκρατία. Να συμβάλουμε στους
αγώνες της νεολαίας. Να συμβάλλουμε στα τοπικά κινήματα και την πάλη στις
γειτονιές, υποτάσσοντας σε αυτό το σκοπό και την παρουσία μας στα Δημοτικά
και τα Περιφερειακά Συμβούλια.
-
Να συμβάλλουμε στην ανατρεπτική κοινή δράση
της Αριστεράς στο κίνημα,
αλλά και στην ανάπτυξη μορφών διαλόγου με κάθε αγωνιστή ή ρεύμα που θέλει να
συμβάλλει στην συγκρότηση μιας σύγχρονης αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
-
Να
επιμείνουμε στην αναζήτηση της επαναστατικής θεωρίας και πράξης που απαιτεί η
εποχή μας στην πορεία οικοδόμησης μιας άλλης κοινωνίας, της νέας σοσιαλιστικής
και κομμουνιστικής προοπτικής.
Όλα αυτά περνούν σε σημαντικό
βαθμό μέσα από το βάθεμα της δημοκρατικής συζήτησης και συγκρότησης της
ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με τα μέλη της
ΑΝΤΑΡΣΥΑ να έχουν τον πρώτο λόγο για το βάθεμα των συμφωνιών, το πλάτεμα της
απεύθυνσης, με κάλεσμα σε όσους κοιτούν με ενδιαφέρον το εγχείρημα να
συνδιαμορφώσουν την κατεύθυνση και τη δράση μας το επόμενο διάστημα μέσα από
δημοκρατικές διαδικασίες σύνθεσης. Αυτή η «δημοκρατική τομή» είναι και ο καλύτερος
δρόμος για να ξεπεράσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τα σοβαρά προβλήματα που αναδείχτηκαν
στην προεκλογική περίοδο.
Από αυτές τις θέσεις κρίνουμε
και τις άλλες δυνάμεις της αριστεράς.
Η άνοδος του ποσοστού και των
ψήφων του ΚΚΕ δεν είναι
απλώς έκφραση διαμαρτυρίας, εκφράζει τη διάθεση κόσμου που αποστοιχίζεται από
το αστικό πολιτικό προσωπικό να επιλέγει εκείνες τις πολιτικές λογικές που τοποθετούνται
έξω από το «πολιτικό σύστημα», ενάντια στην ΕΕ, με παρουσία στο εργατικό και
λαϊκό κίνημα, σε ρήξη με τον υποταγμένο συνδικαλισμό. Στην ερμηνεία του
αποτελέσματος, όμως, η ηγεσία του ΚΚΕ παραγνωρίζει ότι οι ελπίδες του κόσμου
στρέφονται στα αριστερά εκφράζοντας την ανάγκη για κοινή δράση στο δρόμο, στα
Σωματεία, στις συνελεύσεις, για την οικοδόμηση ενός ενωτικού λαϊκού κινήματος
που θα συμβάλει στην ανατροπή αυτής της πολιτικής, μέσα από ένα πλαίσιο στόχων
και αιτημάτων που θα θέτει στόχους ανατροπής και στο σήμερα και δεν θα
παραπέμπει τα πάντα στη λαϊκή εξουσία του αύριο, θα προσβλέπει στην κοινή δράση
της αριστεράς, στο διάλογο των μαχόμενων δυνάμεων, σε έναν πολιτικό πολιτισμό
που ο διπλανός σου δεν είναι –επιτέλους– ο χειρότερος εχθρός σου.
Η επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΝ
για «άνοιγμα στον σοσιαλιστικό χώρο» δεν έπεισε τον κόσμο της Αριστεράς, ούτε
όμως και τη βάση του ΠΑΣΟΚ, όπως φάνηκε από τη στασιμότητα του αποτελέσματος. Η θολή αντιμνημονιακή ενότητα από τα πάνω,
με παράγοντες από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ που καλούν την κυβέρνηση να αλλάξει
πολιτική, με εμμονή στις αυταπάτες για τον χαρακτήρα του ευρώ και της ΕΕ, με
μοναδικό όραμα το «κράτος πρόνοιας» και το «σοσιαλδημοκρατικό συμβόλαιο του ’80»,
χωρίς αναφορές και γείωση στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, με επικέντρωση στα
πρόσωπα και στα δημοσκοπικά ποσοστά, δεν μπορεί να αποτελεί τη μάχιμη απάντηση
της Αριστεράς σήμερα. Η ηγεσία του ΣΥΝ, ακόμη και μετά το εκλογικό αποτέλεσμα,
επιμένει στον ίδιο δρόμο, μιας πιο ανοιχτά σοσιαλδημοκρατικής φυσιογνωμίας με
όχημα το «άνοιγμα στον σοσιαλιστικό χώρο» αναιρώντας τις όποιες ριζοσπαστικές
κατακτήσεις του ρεύματος αυτού, θυσιάζοντας ακόμη και το ίδιο το μέτωπο του
ΣΥΡΙΖΑ και απογοητεύοντας το ριζοσπαστικό δυναμικό που είχε στοιχηθεί στο
εγχείρημα αυτό.
Το Μέτωπο Αλληλεγγύης και
Ανατροπής δεν κατάφερε να πείσει, για παρόμοιους λόγους: η θολή αντιμνημονιακή ή αντινεοφιλεύθερη
ενότητα, η έμφαση στα πρόσωπα και όχι στις συλλογικές διαδικασίες, ο βερμπαλισμός
στις εξαγγελίες χωρίς πραγματική τομή στο πολιτικό πρόγραμμα προς την
κατεύθυνση ρήξης με την ΕΕ ή με τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις εντός του
συστήματος (π.χ. αναδιάρθρωση του χρέους), η απουσία σαφούς αντικαπιταλιστικού
προτάγματος σε συνθήκες παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού, και η συνακόλουθη
αδυναμία να αιτιολογηθούν οι διάφορες
πολιτικές του επιλογές είναι εμφανές ότι δεν εξυπηρετούν την αναγκαία απεύθυνση
της Αριστεράς.
Η επόμενη μέρα των εκλογών δεν είναι ίδια για το κίνημα και την
Αριστερά.
Ανεβάζει τον πήχη για τη συνέχιση και κλιμάκωση του αγώνα για την
ανατροπή του Μνημονίου και συνολικά του σφαγείου κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ. Με πρώτο σταθμό τον εορτασμό του
Πολυτεχνείου, που φέτος αποκτά μια διαφορετική επικαιρότητα με την έλευση της
Τρόικα στις 15/11 και το νέο γύρο αντιλαϊκών μέτρων που θα αναγγελθεί.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί:
- τη Δευτέρα 15/11 να
διοργανωθεί πορεία από εργατικά σωματεία και φοιτητικούς συλλόγους ενάντια στην
έλευση της Τρόικα στην Αθήνα.
- την Τρίτη 16/11 σε μεγάλη
πολιτική εκδήλωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο ΕΜΠολυτεχνείο στην Αθήνα (ανάλογες
εκδηλώσεις θα γίνουν και σε άλλες πόλεις).
- την Τετάρτη 17/11 καλούμε
όλο το λαό να διαδηλώσει στη φετεινή πορεία για τα 33 χρόνια από την εξέγερση
του Πολυτεχνείου, επικαιροποιώντας τα συνθήματα της εξέγερσης ενάντια στη
σύγχρονη κοινοβουλευτική χούντα κυβέρνησης-ΕΕ-ΔΝΤ και των υποστηριχτών τους, με
τα μπλοκ των σωματείων και των συλλόγων και τα πανό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Ο
δεύτερος γύρος θα δοθεί στους αγώνες!
Εκεί δίνουμε το ραντεβού σε
όσους και όσες στήριξαν την αντικαπιταλιστική αριστερά, αλλά και σε όλο το λαό.
Στο δεύτερο γύρο των
δημοτικών και περιφερειακών εκλογών καλούμε να μαυριστούν ξανά οι πολιτικοί εκφραστές του Μνημονίου κυβέρνησης-ΕΕ-ΔΝΤ
και του Καλλικράτη, δηλαδή οι υποψήφιοι ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ και τα δεξιά ή
αριστερά δεκανίκια τους. Η πολιτική τους θα ανατραπεί στους δρόμους, με
ανυποχώρητους αγώνες που έδειξαν ότι μπορούν να νικάνε.
Σε εκείνους τους Δήμους όπου στον
δεύτερο γύρο των εκλογών υπάρχουν συνδυασμοί από το χώρο της Αριστεράς (ΚΚΕ ή
ΣΥΡΙΖΑ), η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στηρίζει κριτικά εκείνους τους συνδυασμούς, που με το πρόγραμμα και τη δράση τους, και παρά
τις αντιφάσεις, έχουν δείξει ότι τοποθετούνται ενάντια στην πολιτική του Μνημονίου
κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ και αντιπαλεύουν τα μικρά ή μεγάλα τοπικά συμφέροντα του
κεφαλαίου. Η κριτική στήριξη δεν αναιρεί την πεποίθησή μας ότι στο πλαίσιο του
Μνημονίου και του Καλλικράτη δεν υπάρχουν περιθώρια για εναλλακτικές εκδοχές
φιλο-λαϊκής διαχείρισης στους Δήμους, ούτε για μετατροπή τους σε θεσμούς λαϊκής
αυτοδιαχείρισης. Με την επιλογή μας αυτή
επιδιώκουμε, πάνω από όλα, να συμβάλουμε στην κοινή δράση της Αριστεράς στο
μαζικό-λαϊκό κίνημα για την ανατροπή της πολιτικής της κυβέρνησης, της ΕΕ και
του ΔΝΤ.
Ούτως ή άλλως η απάντηση είναι στους αγώνες: τόσο οι αιρετοί εκπρόσωποι
όσο και οι υπόλοιποι και υπόλοιπες αγωνιστές και αγωνίστριες της
Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς θα βρεθούμε απέναντι σε κάθε επιλογή τοπικών αρχών
για απολύσεις, περικοπές, ιδιωτικοποιήσεις ή εμπορευματοποίηση δημόσιου χώρου,
απ’ όπου κι αν προέρχονται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου